Τα πρόσωπα του έργου: Εκείνος: o πρώην-Γούφας. Ένας τύπος που αλλάζει συχνά τόπους, χρόνους κι ονόματα κι ωστόσο καταφέρνει να είναι πάντα ο ίδιος και το ίδιο γνήσιος.
και
Εκείνος: ο Σαλούβαρδος, αγνώστων λοιπών στοιχείων, πλην κάποιας υπόγειας (ή υποθαλάσσιας να πούμε καλλίτερα) σχέσης με τον σεναριογράφο.
Σενάριο, Σκηνοθεσία: cropper
Πρόκειται για τον ανόητο διάλογο δυο ανοήτων. Έχοντας την εντύπωση ότι ο ένας κατανοεί τον άλλον είναι ικανοί να συνεχίζουν επί μήνες. Κοινό τους πάθος το σκάκι σε μπουκάλι. Το έργο θεωρείται παταγώδης αποτυχία. Όχι τόσο παταγώδης, όσο αποτυχία. Μετά την παράσταση ο σκηνοθέτης δικαιολογήθηκε «με τέτοιο σενάριο, τι να κάνω; Προσπάθησα να το σώσω με μερικά εξωτερικά γυρίσματα, αλλά δεν σωζόταν με τίποτα». Ο σεναριογράφος τα έριξε στον σκηνοθέτη ότι του κατέστρεψε το σενάριο. Όσοι επιμένετε να παρακολουθήσετε το έργο, ποιο έργο δηλαδή, περί αεργίας πρόκειται, κάντε το με δική σας ευθύνη. Σας το λέμε ανοιχτά: Θα χάσετε τον χρόνο σας. Όχι σαν μια γνωστή μας, που πρώτα σας αφήνει να διαβάσετε τα κείμενά της και μετά λέει με ύφος ξανθό «Ξέρω χαζομάρες έγραψα».
Μια μέρα ο πρώην-Γούφας και ο Σαλούβαρδος αποφάσισαν να πάνε για σκι (ή ξε-σκι, δεν παίζει ρόλο). Αλλά επειδή το χιόνι το βρήκαν πουρέ, κάθισαν σ’ ένα παγκάκι που περνούσε κι άρχιζαν να παίζουν σκάκι στο μιλητό.
(Στο σενάριο δεν αποσαφηνίζεται ποιος αρχίζει να μιλάει πρώτος. Ούτε στη σκηνοθεσία. Πάντως ή εκείνος θα είναι ή εκείνος.)

Εκείνος: Αχ, κούραση κι η σημερινή.
Εκείνος: Εμ, περνούν τα χρόνια, γέρο μου …
Εκείνος: Τι είναι η ζωή, φίλε, ε, τι είναι η ζωή!
Εκείνος: Μια μπύρα είναι.
Εκείνος: Ένα κονιάκ.
Εκείνος: Μια κούπα κρασί.
Εκείνος: Μια παρτίδα σκάκι.
Εκείνος: Ναι, μια παρτίδα σκάκι.
Εκείνος: Αρκεί να την παίξεις καλά. Χωρίς φόβο.
Εκείνος: Ναι, φουλ επίθεση.
Εκείνος: Ρουά …
Εκείνος: Ματ.
Εκείνος: Διότι, τι χρειάζεται; Ποιες οι βασικές μας ανάγκες;
Εκείνος: Λίγο νεράκι όταν διψάς …
Εκείνος: Λίγον ύπνο όταν νυστάζεις
Εκείνος: Κι αυτό είν’ όλο.
Εκείνος: Διότι, σκέψου να διψάς. Να διψάς πολύ και να μην έχεις νερό. Το μυαλό σου είναι συνέχεια κολλημένο εκεί. Στο νερό.
Εκείνος: Φυσικό δεν είναι;
Εκείνος: Σκέψου να ’σαι ξενυχτισμένος. Να νυστάζεις του κερατά. Θες να πάρεις έναν υπνάκο, δε θες;
Εκείνος: Ό,που να ’ναι, αρκεί να κοιμηθείς λίγο.
Εκείνος: Κι αν δεν σ’ αφήνουν;
Εκείνος: Γιατί να μη σ’ αφήνουν;
Εκείνος: Λέω, κι αν δεν σ’ αφήνουν, αν στο απαγορεύουν.
Εκείνος: Να μου απαγορέψουν τον ύπνο;
Εκείνος: Ναι ρε χάχα. Υπόθεση κάνουμε. Να σου απαγορέψουν τον ύπνο.
Εκείνος: Ε, τι. Πάλι θα ψάχνω να κοιμηθώ.
Εκείνος: Πάμε;
Εκείνος: Πάμε. Μ’ άρεσε το σκάκι. Να ξαναπαίξουμε αύριο.
Εκείνος: Εντάξει, αύριο, μετά τη λαϊκή.
Την άλλη μέρα βρέθηκαν στη λαϊκή

και ξανάπιασαν την κουβέντα. Στην λαϊκή πήγαιναν πάντα μασκαρεμένοι, γιατί κατά κάποιον τρόπο ανεξήγητο, ο μανάβης τους πετούσε τις ντομάτες με δύναμη στα μούτρα κι αυτό άρεζε στον κόσμο κι άρχιζαν να μαζεύουν τα λαχανικά τζάμπα. Δεν ήταν σωστό.
Εκείνος: Πάμε κάπου ήσυχα να παίξουμε καμιά παρτίδα;
Εκείνος: Φύγαμε. Αυτά τα γένια με ζεσταίνουν πολύ.
Κι΄ έτσι βρέθηκαν σ’ ένα κοντινό καφέ-μπαρ και στρώθηκαν στο σκάκι.

Εκείνος: Αυτό που έλεγες για τη νύστα.
Εκείνος: Τι, νύσταξες;
Εκείνος: Όχι ρε, σκεφτόμουνα χθες το βράδυ, ότι άμα σου λείπει κάτι, μετά σου γίνεται έμμονη ιδέα.
Εκείνος: Εξαρτάται τι σου λείπει.
Εκείνος: Βέβαια. Αν σου λείπει κάτι βασικό, να πούμε. Όπως ο ύπνος. Είναι αδιανόητο να σου απαγορέψουν τον ύπνο. Αφύσικο. Παράνομο είναι.
Εκείνος: Και βέβαια είναι παράνομο. Η υποχρεωτική αϋπνία είναι, λένε, από τα χειρότερα βασανιστήρια. Εγώ δεν θα άντεχα πάνω από δυο μέρες άυπνος.
Εκείνος: Εγώ ούτε δυο λεπτά.
Εκείνος: Χα, το ξέρω. Θα παίξουμ’ άλλη μία;
Εκείνος: …
Εκείνος: Ε, ξύπνα. Τι σκέφτεσαι;
Εκείνος: Να. Ποιες είναι οι βασικές ανάγκες σκέφτομαι. Που πρέπει όλοι να τις καλύπτουμε, γιατί χωρίς αυτές δεν επιβιώνεις. Που πρέπει να θεωρείται παράνομη η για οποιοδήποτε λόγο στέρησή τους ή, πολύ περισσότερο, η τιμωρία σου όταν τις καλύπτεις.
Εκείνος: Α, το πας αλλού.
Εκείνος: Όχι, δεν το πάω αλλού. Να παίξουμε άλλη μία; Πες μου, εσύ τι θεωρείς απαραίτητο για να επιβιώσεις, εκτός του νερού και του ύπνου που είπαμε;
Εκείνος: Το φαΐ.
Εκείνος: Καλά, εκτός κι απ’ το φαΐ.
Εκείνος: Το σκάκι. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς σκάκι.
Εκείνος: Οι περισσότεροι όμως μπορούν. Άσε το σκάκι. Δεν είναι βασική ανάγκη. Άλλο;
Εκείνος: Το σεξ!
Εκείνος: Το σεξ ή τον έρωτα;
Εκείνος: Και τα δύο.
Εκείνος: Έλα, γεροξεκούτη. Άλλοι τους τα ’κόψαν και καταφέρνουν να επιβιώσουν. Κι άλλοι πεθαίνουν ανέραστοι σε βαθιά γεράματα. Άλλο;
Εκείνος: Τι άλλο ρε; Εδώ σου μιλάω για τον έρωτα κι εσύ μου λες, άλλο.
Εκείνος: Εντάξει. Μαμ, κακά και νάνι. Και σεξ, αλλά έχω μερικές αμφιβολίες για το τελευταίο.
Εκείνος: Γιατί έχεις αμφιβολίες;
Εκείνος: Να, εγώ για παράδειγμα δεν κάνω σεξ.
Εκείνος: Είσαι όμως ερωτευμένος.
Εκείνος: Ναι, είμαι.
Εκείνος: Και δεν κάνεις σεξ.
Εκείνος: Όχι.
Εκείνος: Ήξερα εγώ με τι μαλάκα έχω μπλέξει. Δε μου λες. Αν δεν ήσουνα ερωτευμένος θα έκανες σεξ;
Εκείνος: Ναι, μάλλον.
Εκείνος: Μάλλον ή σίγουρα;
Εκείνος: Μάλλον σίγουρα. Τι θες τώρα;
Εκείνος: Καλά, άμα σε πειράζει ας αλλάξουμε θέμα.
Εκείνος: Τι να με πειράζει ρε βούρλο. Δεν είπα ότι δεν μπορώ. Είπα ότι δεν θέλω. Πάμ’ παρακάτω. Για τις βασικές ανάγκες. Άλλο;
Εκείνος: …
Εκείνος: Γιατί δεν μιλάς; Τσατίστηκες ή μόνο για το σεξ θες να μιλήσουμε.
Εκείνος: Για τον έρωτα.
Εκείνος: Βρε μανία με τον έρωτα! Αφού δεν είσαι ερωτευμένος.
Εκείνος: Είμαι.
Εκείνος: Μπα; Με ποια;
Εκείνος: Με τον έρωτα.
Εκείνος: Να τα. Βραχυκυκλώσαμε. Κάνε μου μια χάρη. Ας αφήσουμε τον έρωτα. Για χάρη στο ζητώ. Θα μιλήσουμε άλλη φορά γι’ αυτόν. Τώρα προσπάθησε να σκεφτείς άλλες βασικές ανάγκες.
Εκείνος: «Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα!»
Εκείνος: Α, γειά σου. Τώρα μάλιστα. Εδώ είμαστε. Γλώσσα και Ελευθερία. Τώρα σοβαρεύτηκες.
Εκείνος: Δεν σοβαρεύτηκα. Ήξερα ότι εκεί θες να καταλήξεις. Αλίμονο, τόσον καιρό σε ξέρω.
Εκείνος: Γιατί; Εσύ δεν πιστεύεις ότι Ελευθερία και Γλώσσα είναι σημαντικά; Είναι βασικά; Είναι ανάγκες;
Εκείνος: Το πιστεύω, αλλά μετά τον έρωτα. ΟΚ, δεν θα μιλήσουμε για τον έρωτα. Ας μιλήσουμε για την Ελευθερία.
Εκείνος: Και τη Γλώσσα.
Εκείνος: Και τα δυο μαζί;
Εκείνος: Γιατί, σε πειράζει;
Εκείνος: Μήπως τα μπερδέψουμε. Κοίτα, δεν μπορώ να μιλάω σοβαρά παίζοντας σκάκι. Δεν πάμε να συνεχίσουμε κάπου αλλού;
Εκείνος: ΟΚ, πάμε για καμιά μπύρα.
Σηκώθηκαν και περπάτησαν μέχρι την άκρη της πόλης. Κοντά στο ποτάμι υπήρχε μια καλή μπυραρία και στρώθηκαν αμέσως στην κουβέντα.
Εκείνος: Ωραία είναι ’δώ. Λοιπόν, συμφωνούμε ότι η Ελευθερία είναι βασική ανάγκη.
Εκείνος: Ναι, όπως το νερό και ο ύπνος.
Εκείνος: Δηλαδή, αν σου στερήσουν την ελευθερία δεν επιβιώνεις. Και είναι αδιανόητο, παράνομο, αφύσικο.
Εκείνος: …
Εκείνος: Τι; Δεν συμφωνείς;
Εκείνος: Να, σκέφτομαι τους φυλακισμένους.
Εκείνος: Δηλαδή;
Εκείνος: Στον φυλακισμένο έχουν στερήσει την ελευθερία, αλλά για κάποιο λόγο. Μπορεί να σκότωσε ή κάτι. Δεν μπορείς να πεις ότι παράνομα τον βάλανε φυλακή. Έγινε δικαστήριο και βρέθηκε ένοχος. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά επιβιώνει. Μέσα σε συνθήκες ανελευθερίας, αλλά επιβιώνει.
Εκείνος: Κάτσε. Ένα-ένα τα ζητήματα. Ας πάρουμε αυτόν τον φυλακισμένο. Συμφωνούμε ότι διψάει για ελευθερία;
Εκείνος: Φυσικά.
Εκείνος: Ότι στο μυαλό του έχει συνέχεια την ελευθερία, ότι είναι φυσικό όλη του η σκέψη να είναι στην απόδραση;
Εκείνος: Ναι, αλίμονο. Ποιος φυλακισμένος δεν ονειρεύεται την απόδραση ή την αποφυλάκιση;
Εκείνος: Ότι όσες φορές και ν’ αποδράσει, όσες φορές και να τον ξαναβάλουν φυλακή, φυσικό δεν είναι να θέλει να βγει πάλι;
Εκείνος: Φυσικό είναι. Διψάει και θα ψάχνει την ελευθερία του μέχρι να την βρει.
Εκείνος: Ε, αφού είναι φυσικό, τότε γιατί τιμωρείται η απόδραση;
Εκείνος: Γιατί τιμωρείται η απόδραση; Τι είν’ αυτά που λές. Δηλαδή τι θα ’θελες να λένε; Ορίστε, σας βάλαμε φυλακή, αλλά αν τα καταφέρετε και το σκάσετε δεν πειράζει. Φυσικό είναι. Δεν θα τιμωρηθείτε.
Εκείνος: Δεν θα με χάλαγε. Ας τον πιάσουν κι ας τον ξαναβάλουν μέσα χωρίς άλλη τιμωρία. Στο κάτω-κάτω οι φύλακες έχουν καθήκον να κρατάνε τους φυλακισμένους μέσα στη φυλακή. Όχι οι φυλακισμένοι. Αυτοί έχουν «καθήκον» να ψάχνουν την ελευθερία τους. Καθήκον, εννοώ, φυσική ανάγκη. Διψάνε.
Εκείνος: Μα δεν καταλαβαίνεις ότι δεν γίνονται αυτά τα πράγματα; Στην κοινωνία που ζούμε …
Εκείνος: Άσε την κοινωνία κατά μέρος. Οι φυλακές δεν μετριούνται στα θετικά της κοινωνίας. Είναι αναγκαστικός θεσμός, κι αν θες να ξέρεις, κατά βάθος οφείλεται σ’ αυτή την επινόηση της κοινωνικής οργάνωσης ότι η ελευθερία του ατόμου ορίζεται από την ελευθερία του άλλου.
Εκείνος: Μα ναι. Η ελευθερία του ενός φτάνει μέχρι τα όρια της ελευθερίας του άλλου. Αλλιώς δεν γίνεται να υπάρξει κοινωνία. Δεν το παραδέχεσαι;
Εκείνος: Και ποιος σου είπε ότι υπάρχει σήμερα κοινωνία; Αλλά άσε, θα πάει αλλού η κουβέντα. Να γυρίσουμε στην έλλειψη ελευθερίας. Στον φυλακισμένο, όπως είπες. Ο φυλακισμένος, λοιπόν, όπως και τα σκλαβωμένα έθνη κι οι λαοί, διψάει για ελευθερία, αλλά επιβιώνει. Συμφωνούμε σ’ αυτό. Δεν πεθαίνει, παρά τις κραυγές «Ελευθερία ή Θάνατος», αντέχει και ζει.
Εκείνος: Ναι, αλλά συνεχώς διψασμένος.
Εκείνος: Συνεχώς διψασμένος και τιμωρούμενος γι’ αυτό. Καταλαβαίνεις γιατί;
Εκείνος: Μπαίνω στο νόημα. Γιατί αυτό που ενδιαφέρει να μείνει φυλακισμένο είναι το σώμα κατ’ αρχήν.
Εκείνος: Γιατί μόνο το σώμα φυλακίζεται.
Εκείνος: Γιατί την σκέψη δεν μπορούν …
Εκείνος: Κι αν το καταφέρουν …
Εκείνος: Τότε πράγματι ξόφλησες. Δεν επιβιώνεις.
Εκείνος: Τουλάχιστον όχι εσύ ο ίδιος. Κάποιος άλλος στο σώμα σου …
Εκείνος: …
Εκείνος: Τσιμπάει;
Εκείνος: Κάτι γίνεται.
Εκείνος: Είπαμε «πάρεξ Ελευθερία και Γλώσσα». Για την γλώσσα δεν μιλήσαμε.
Εκείνος: Πώς δεν μιλήσαμε; Όλα τα είπαμε. Θα γινόταν αυτή η κουβέντα χωρίς την Γλώσσα; Ούτε αυτή ούτε καμιά άλλη.
Εκείνος: Επομένως, η Γλώσσα είναι σπουδαιότερη της Ελευθερίας, ε;
Εκείνος: Σπουδαιότερη κι απ’ τον Έρωτα;
Εκείνος: …
Εκείνος: Αχ, κούραση κι η σημερινή.
Εκείνος: Εμ, περνούν τα χρόνια, γέρο μου …
Εκείνος: Τι είναι η ζωή, φίλε, ε, τι είναι η ζωή!
Εκείνος: Μια μπύρα είναι.
Εκείνος: Ένα κονιάκ.
Εκείνος: Μια κούπα κρασί.
Εκείνος: Μια παρτίδα σκάκι.
Εκείνος: Ναι, μια παρτίδα σκάκι.
Εκείνος: Αρκεί να την παίξεις καλά. Χωρίς φόβο.
Εκείνος: Ναι, φουλ επίθεση.
Εκείνος: Ρουά …
Εκείνος: Ματ.