Σκέψου, λοιπόν, να μην είχαμε γίνει ακόμη έτσι, κυνικοί για φιγούρα, σκληροί από φόβο, εγωιστές από ανασφάλεια.
Σκέψου, να ζούσαμε ακόμη όπως ποτέ δεν θα ζήσουμε. Σκέψου να ήταν η ζωή αλλιώς. Να κάναμε βόλτες ακόμα στις γειτονιές, σε χωματένιους δρόμους καθαρούς, ανάμεσα στα χαμηλά σπίτια και στα ψηλά δέντρα, ανάμεσα στη γη και τα σύννεφα, ανάμεσα στ' άστρα και στο φεγγάρι.
Σκέψου, να μην ντρεπόμασταν και σκέψου να ερωτευόμασταν.
Και η καλή σου να σου ζήταγε:
- Πές μου απόψε κάτι - τι γλυκειά βραδυά!
κάτι να, σα θρύλο, σαν παραμυθάκι.
- Δεν βαρυέσαι, κοίτα πώς το φεγγαράκι
παιχνιδίζει απόψε μέσα στα κλαδιά!
- Όχι, πές μου, ξέρεις πόσον αγαπώ
μύθους κι ιστορίες να μου λές εμένα.
- Ένα παραμύθι τότε να σου πώ,
παραμύθι απ' τ' άλλα, τα λησμονημένα.
Μια φορά κι ένα καιρό - κάποιο καιρό -- Και τον έσφαξε; - Όχι, μα γιατ' είσ' αχνή
την ωραία κόρη ενός ψαρά
την αγάπησεν ο γυιός του βασιλιά - την Τραλαρώ,
όπως λέει το παραμύθι μια φορά.
Την αγάπησε και τόσο, που καμμιά
συβουλή ή φοβέρα δε γροικά
και την κάνει ταίρι του τη νιά,
μακριά απ' τους δικούς του, μυστικά.
Όμως, τέτοιο πράμα ν' ακουστεί
δεν πολυάργησε καθόλου, και με μιάς
έφτασε και στου πατέρα του τ' αφτί.
Κι έγινε ο βασιλιάς ένας φονιάς.
Σκότωσε το ίδιο του παιδί
μ΄έναν τρόπο, σαν να μην είχε ψυχή
κι άφησε την έρημη να δεί
τι θα κάνει κι αν θα ζήσει μοναχή.
Στην αρχή, στο φτωχικό της το πικρό
του θανάτου κλείστηκεν η νιά,
μα σιγά - σιγά, με τον καιρό
πέρασε κι αυτό στη λησμονιά.
Τότε ο βασιλιάς στ' αληθινά,
με τ' αθάνατο που κάτεχε νερό
στη ζωή συνέφερε ξανά
το μοναχογυιό του το νεκρό.
Τώρα δές, του λέει, την απιστιά
της καλής σου, που σε σκότωσα γι' αυτή
και λησμόνησέ τη κι έλα πιά
να σου δώσω κόρη ζηλευτή.
Μια βασιλοπούλα διάλεξα για σε,
μια χαριτωμένη, μια καλοκυρά
και κορώνα σ'ωχω, που μ' αυτή χρυσέ
θα θαμπώσεις κόσμο, κόσμο μια φορά.
Κι αποκρίθη εκείνος προς το βασιλιά:
Μήτε ν' αγαπήσω δεύτερη μπορώ
μήτε την κορώνα λογαριάζω πιά.
Σφάξε και και πάλε για την Τραλαρώ.
κι είναι τα μικρά σου χέρια τοσο κρύα;
Δε βαρυέσαι... τί 'ναι μια παλιά ιστορία,
που δεν είν' ακόμα, μητ' αληθινή.
Ξέχαστ' την αμέσως πλάσμ' αγαπημένο,
δεν την τελειώνω ... Κοίτα τί βραδυά!
Το φεγγάρι ακόμα παίζει μαγεμένο
μέσα στα λουλούδια, μέσα στα κλαδιά.
"Παραμύθι (Τραλαρώ)" του Μίλτου Μαλακάση, γραμμένο σ' εποχές άλλες, που μόνο οι ερωτευμένοι ζουν μέχρι σήμερα.
4 σχόλια:
Φαντάσου να φανταστείς φαντάρου φάντασμα φανταστικό δηλαδή, πού λέγαμε και μικροί........
Καλημέρα σας και βοήθειά μας.
Πολύ μου αρέσουν τα παραμύθια! Τρελαίνομαι να τα ακούω, αλλά όχι να τα ζω. Δεν ελπίζω πια κι έτσι είμαι ελεύθερη. ;)
Κάποτε πιστεύαμε ότι μπορεί κάποιο από τα παραμύθια, γιατί όχι, να επαληθευτεί. Μετά τα απανωτά ραπίσματα όμως, προσγειωθήκαμε. Κατεβήκαμε απ' το συννεφάκι και παρκάραμε Ποσειδώνος και Ελ. Βενιζέλου γωνία. Καλώς σε βρίσκω!:)
ελα ρομαντικε πενηνταρη υπαρχει προσκληση στις σαχλες για σενα για συναβλια
θα τραγουδίσεις..........
Τι ωραίο, τι να γίνε όμως στο τέλος;
Δημοσίευση σχολίου