Χαίρετε! Σήμερα θα μιλήσουμε για την πολιτική και τα μπλογκ. Όχι μαζί, όχι σε συνδυασμό. Ξεχωριστά. Χώρια η πολιτικολογία και χώρια η μπλογκολογία.
~.~.~.~
Το ιστολόγιο αυτό (ιστολόγιο το λέω όταν θέλω να φανεί ότι είναι σοβαρός χώρος, κατά τα άλλα, ένα blog είναι) το ιστολόγιο, λοιπόν, αυτό πολύ σπάνια ασχολείται με την πολιτική και την πολιτικολογία. Θέλετε από απογοήτευση, θέλετε από έλλειψη νέων επιχειρημάτων, το ενδιαφέρον μου εστιάζεται περισσότερο στη λογοτεχνία, ποικιλοτρόπως και ιδιοτρόπως και με την σημασία που έχει ο όρος «τέχνη» για μένα, την οποία θεωρώ πιο υγιεινή, ποικιλοτρόπως και ιδιοτρόπως, επίσης.
Τις λίγες φορές που συμβαίνει να μην θέλω να κρύψω τον εκνευρισμό μου και την οργή μου (φυσικά και εξακολουθώ να οργίζομαι με όσα συμβαίνουν) το κάνω μ’ έναν τρόπο κι ένα λόγο, ας πούμε, «απολίτικο» (δείτε π.χ. το κείμενο για τις πυρκαγιές), διότι κατ’ αρχήν μου φαίνεται ξεπερασμένος ο διαχωρισμός του πολιτικού λόγου από τον άλλον λόγο.
Ποιόν άλλο λόγο; Θυμάμαι στις φοιτητικές συγκεντρώσεις (εκείνων των ετών) την προτροπή να μιλήσει ο Α που έχει πολιτικό λόγο και όχι ο Β που δεν έχει. Δηλαδή τι είδους λόγο είχε ο Β; Δεδομένου ότι δεν ήταν μια κουτσομπόλα κατίνα, αλλά ένα στον ίδιο βαθμό συνειδητοποιημένο άτομο. Φιλοσοφικό λόγο; Ακόμα καλλίτερα. Κουλτουριάρικο; Όχι, δεν εννοούσαν αυτά. Ακαταλαβίστικο; Θα ήταν ένα πραγματικό ζήτημα, αλλά ούτε εκεί ήταν το θέμα. Μάλλον ήμασταν στην εποχή που αναζητούσαμε και προωθούσαμε έναν επικό, διανθισμένο με τσιτάτα λόγο, που να ξεσηκώνει για τον σημερινό αγώνα, την σημερινή συγκέντρωση, διαδήλωση, πορεία περισσότερο, παρά να προβληματίζει για τον αυριανό.
Σήμερα, που η κούραση των επανειλημμένων αποτυχιών, η αποτυχία της πολιτικής και του πολιτικού λόγου, με οδήγησε (μαζί με αρκετούς, νομίζω, άλλους) στην αποστασιοποίηση και απογοήτευση, δεν έχω λόγο ν’ ασχολούμαι με τα ίδια, ούτε πολιτικό λόγο έχω ούτε άλλον. Δεν έχω αντίπαλο. Δεν έχω σε ποιόν να επιτεθώ. Δεν μου φταίει η ανεκδιήγητη Νέα Δημοκρατία μόνο, το θλιβερό Πασοκ μόνο, η μίζερη αριστερά σύμπασα, κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική, δεν μου φταίει η πολιτική της Ευρώπης ή της Αμερικής μόνο, δεν μου φταίει ο κάθε είδους φονταμενταλισμός ή νέο-ισμός μόνο. Μου φταίνε όλα. Μου φταίει η ανθρωπότητα όλη, που απόδειξε το ποιόν της στο πέρασμα των αιώνων. Μου φταίτε όλοι εσείς (εντάξει, όχι όλοι) και, κυρίως, μου φταίει ο εαυτός μου.
Ίσως, πιο σημαντικό απ’ όλα, είναι το ότι εκτός από το να γκρινιάζω, εκτός από το να οργίζομαι και να βρίζω (αν ήθελα μόνον αυτό θα πήγαινα στο γήπεδο) δεν έχω να πω τίποτα. Τίποτα. Διότι, βέβαια, το θέμα δεν είναι να πεις τη Νέα Δημοκρατία ανεκδιήγητη, το Πασοκ θλιβερό, την Αριστερά μίζερη και να τελειώνεις. Έκανες το καθήκον, πάνε τώρα για ύπνο. Αν και ο ύπνος ή για ν΄ ακριβολογήσω το αμέσως πριν τον ύπνο διάστημα είναι, για μένα, τουλάχιστον χαμογελαστό. Τότε, σαν μαύρος εκδικητής σκοτώνω με τα βέλη μου (έχω και στυλ, δεν θέλω σφαίρες και τέτοια) όλους τους κακούς. Και χαμογελώντας κοιμάμαι. Πολύ παιδικό ε; Τι να κάνω; Αυτή η επαναστατική δράση μου έμεινε.
Τα κάτι λίγα που μού ‘ρχονται να ψελλίσω, τα βρίσκω σε άλλα ιστολόγια, όπου η απογοήτευση δεν έχει τα ίδια αποτελέσματα, δεν έχει δημιουργήσει αυτή την χοντρή πέτσα που καθυστερεί τα αντανακλαστικά μου. Στου Μόρφου, στης Ange-ta, στου Alterapars, για ν’ αναφέρω μερικά που επισκέπτομαι καθημερινά και σε αρκετά ακόμη που παρακολουθώ.
~.~.~.~
Αφορμή για το κείμενο αυτό ήταν το ασφαλιστικό. Η χοντρή πέτσα, που σας έλεγα πριν, με υποχρέωσε να κάνω όλη αυτή την εισαγωγή και να μην μείνει χώρος ούτε χρόνος ούτε διάθεση να γράψω για το κυρίως θέμα. Επιγραμματικά, λοιπόν, να επισημάνω ότι απ’ όλες τις πατάτες των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων, τούτη ‘δω είναι η μεγαλύτερη. Το Πασόκ πέρασε τα προηγούμενα χρόνια, αρκετές πατάτες, αρκετά καταστροφικά και αντιλαϊκά νομοσχέδια. Και η Νέα Δημοκρατία τώρα έχει περάσει κι έχει πολλά ακόμα σχέδια και νομοσχέδια να περάσει, συνεπέστατη απέναντι στα συμφέροντα που υπηρετεί. Αλλά αυτή η διαφαινόμενη οικονομική εξαθλίωση των μελλοντικών (στο άμεσο μέλλον) συνταξιούχων και γενικότερα ασφαλισμένων, αυτή η ομηρία των συνταξιούχων από τους εργαζόμενους γιους και κόρες τους, η ταυτόχρονη ομηρία των εργαζομένων από τους συνταξιούχους πατεράδες και μανάδες τους δεν πρέπει να περάσει. Έχουμε χρέος απέναντι στους εαυτούς μας να μην επιτρέψουμε να περάσει. Δεν είναι μόνο οικονομικό το ζήτημα. Είναι η διάλυση κάθε κοινωνικού ιστού που συνεπάγεται και επιφέρει. Ο καθένας για το άτομό του, επιτακτικά όσο ποτέ και «δικαιολογημένα», γιατί τίθεται θέμα επιβίωσης. Εδώ φτάσαμε. Ο στόχος, επιτέλους, φαίνεται καθαρά. Να δουλεύουμε μέχρι όσο πιο αργά για να πεθαίνουμε όσο πιο νωρίς. Άντε, τυχερός ο μακαρίτης. Τρία χρόνια σύνταξη πρόλαβε. Και χωρίς να βγάζουμε τσιμουδιά, γιατί κάθε ένσημο είναι πολύτιμο, μην τύχει και καθυστερήσει η σύνταξη περισσότερο. Έτσι, για να μπορούν να φτάνουν στα ύψη οι αμοιβές των Διοικητών, των Διευθυντών, των Βουλευτών, των βλαβερών. Για να βλέπει ο κόσμος, ο λαός που φορολογείται βαριά, που πληρώνει ασφάλιστρα και ένσημα και δανείζεται για να τα βγάλει πέρα, να βλέπει να γίνεται παιχνίδι εκατομμυρίων δίπλα του, πάντα δίπλα του, να βλέπει να υπάρχουν λεφτά που περνούν σε χέρια άλλων, αλλά ποτέ στα δικά του, να βλέπει την διαφθορά να βασιλεύει, να βλέπει ότι πάμε απ’ το κακό στο χειρότερο …
Πότε, αχ πότε αυτός ο υπό διάλυση λαός θα δει ότι πάντα απ’ το κακό στο χειρότερο πηγαίναμε, ποτέ απ’ το κακό στο καλλίτερο. (Και μην ακούσω ότι ο θαυματοποιός Αντρέας έδωσε λεφτά στον κόσμο. Λαγός απ’ το καπέλο ήταν κι εξαφανίστηκε.)
Οφείλουμε, λοιπόν, να μην περιμένουμε από μια πορεία μόνο, όσο μαζική κι αν ήταν, να πετύχουμε την ανατροπή των σχεδίων τους. Οφείλουμε στον εαυτό μας πρώτα -το ξαναλέω γιατί ο εαυτός μας εντός της κοινωνίας διάγει- να ξέρουμε τι ακριβώς παλεύουμε, γιατί ό,τι δεν περνάει με τη μία, μπορεί να περάσει σε δόσεις. Αν δεν περάσει τώρα το ασφαλιστικό (που ούτε οι βουλευτές της κυβέρνησης δεν ξέρουν τι είναι, απλώς, ο στόχος είναι απλός: βουτάμε τα λεφτά των αποθεματικών, τα βάζουμε σε όποιες τσέπες θέλουμε, ζούμε εμείς οι έξυπνοι σαν Φαραώ κι αφήνουμε όλους τους υπόλοιπους δούλους να τσακίζονται και να θυσιάζονται στον θεό της Ανεργίας), αν δεν περάσει τώρα σαν ομοβροντία κι όποιον πάρει ο χάρος, θα περάσει μέσα από τροπολογίες άλλων νόμων, μέσα από «λοιπές διατάξεις», που λίγο-λίγο θα μας φέρνουν πιο κοντά στο επιθυμητό γι’ αυτούς, ολέθριο για όλους μας αποτέλεσμα. Οικονομική εξαθλίωση-εξάρτηση και κοινωνία μπάχαλο. Οφείλουμε κι έχουμε χρέος να επαγρυπνούμε.
Αλλά τι λέω ο χοντρόπετσος; Τίνι τρόπω; Με ποια συνδικάτα; Με ποιους συνδικαλιστές και με ποια αντιπολίτευση; Με τρεις διαφορετικές συγκεντρώσεις, τρεις πορείες που είχαν και μια κατάληξη λίγων μέτρων κοινή; Αυτός είναι ο ενωμένος λαός που διαισθάνεται και παλεύει τη λαίλαπα που έρχεται. Λες και ο Κουκουές υπάλληλος θα πάρει από άλλο ταμείο σύνταξη και ο Πασόκος από άλλο. Λες και του ενός του βρωμάει ο άλλος. Δεν συνεχίζω, γιατί μετά από λίγες ακόμη λέξεις θα πρέπει να ξαναπώ «Μου φταίνε όλα. Μου φταίτε όλοι εσείς». Και δεν είναι αλήθεια. Δεν μου φταίτε όλοι εσείς. Μου φταίει ο εαυτός μου.
~.~.~.~.~
Όσον αφορά το κείμενο που προηγείται, αλλά στον ίδιο βαθμό και το επόμενο κείμενο, δικαιούμαι, πιστεύω, αυτό που δικαιούται ο καθένας μας, μέσα σ’ ένα περίπου δημοκρατικό καθεστώς (με κάμερες και άλλα καλούδια). Δικαιούμαι, δηλαδή, να λέω την άποψή μου, χωρίς να νομίζω ότι κατέχω την μοναδική αλήθεια. Εκφράζω τον εαυτό μου. Αυτά είναι αυτονόητα και μάλλον περιττά, αλλά ήθελα πριν από τις γραμμές που ακολουθούν να τα επισημάνω, τονίζοντας (κι ελπίζοντας να γίνω πιστευτός) ότι όλα όσα λέγονται, καλοπροαίρετα λέγονται. Θα μπορούσα να μην αναφέρω συγκεκριμένα ονόματα, αλλά ένα παράδειγμα είναι πάντα χρήσιμο. (Σας προβλημάτισα, αλλά είναι ένας τρόπος να διατηρήσω το ενδιαφέρον σας για τη συνέχεια).
~.~.~.~.~
Τα μπλογκ. Ή τα blogs, όπως θέλετε, αλλά εμένα αυτό το «γκζ» στο τέλος δεν μ’ αρέσει. Ξένη λέξη μπορεί να είναι, αλλά σε ελληνόγλωσσο γραπτό. Τα μπλόγκ εκφράζουν τους μπλόγκερς. Βρε, τι έχουμε πάθει μ’ αυτά τα μπλόκια. Άλλη μια προσπάθεια. Τα ιστολόγια εκφράζουν τους ιστολόγους. Ακούγεται καλλίτερα, ως γλώσσα που συνήθισαν ν’ ακούνε τ’ αυτιά μου, αλλά τι είναι αυτοί οι ιστολόγοι; Είναι κάτι σα να λέμε Ιστολόγοι – Εναλλακτικοί; (Να, τους οικολόγους δεν τους ανέφερα στο προηγούμενο κείμενο. Καλλίτερα. Αυτοί, το οικολογικό κίνημα, π’ανάθεμά το, είναι μια μεγάλη και πικρή ιστορία που οι οικολόγοι την έκαναν μικρό και χαριτωμένο παραμύθι). Και γιατί κάποιος που δεν έχει μπλογκ, αλλά περνάει πολλές ώρες της μέρας του βλέποντας διάφορα μπλογκ και σελίδες στο διαδίκτυο δεν είναι ιστολόγος; Κι επειδή αυτό που θα προτιμούσα, «τα κείμενα εκφράζουν τους συγγραφείς τους», δεν είναι ακριβές στον χώρο των ιστολογίων, καθότι σε μια σελίδα συνυπάρχουν κείμενα και εικόνες και μουσικές, θα τελειώσω τον συλλογισμό λέγοντας: ό,τι φτιάχνει ο καθένας αυτόν εκφράζει. Καταλάβατε, ελπίζω.
Υπάρχει, λοιπόν, μια επιφάνεια. Ό,τι βρίσκεται πάνω σ’ αυτή την επιφάνεια το βλέπουμε, το σχολιάζουμε, το ζούμε, το αγαπάμε ή το μισούμε. Και συνηθίζουμε να το ονομάζουμε «Η Πραγματικότητα». Αυτήν την πραγματικότητα των πραγμάτων και των φαινομένων που βρίσκονται και λαμβάνουν χώρα πάνω από την επιφάνεια, αποφασίζουμε να την μεταφέρουμε στο μπλόγκ. Μεταφέρουμε δηλαδή τις σκέψεις και τις αντιδράσεις που μας δημιουργεί ο τρόπος που ο καθένας μας αντιλαμβάνεται την ζωή και όλα όσα μπορεί να περικλείει, μέχρι τον θάνατο. Αλήθεια, τα μπλογκ κληρονομούνται; Λέτε να αρχίσουμε να περιλαμβάνουμε στις διαθήκες μας όρους, όπως π.χ. αφήνω τους κωδικούς του «περίπατου» στον λατρευτό και πολυαγαπημένο υιό μου και τους κωδικούς της «Θείας Κωμωδίας» στην λατρευτή και πολυαγαπημένη θυγατέρα μου, με την ευχή να συνεχίσουν και ν’ απαντούν στα σχόλια, σε όλα τα σχόλια, ακόμη και στον Γούφα που θα μας θάψει όλους. Μετά δε τον θάνατό τους (σιγά μην πεθάνουν τα δικά μου τα παιδιά) να τους παραδώσουν στο ευαγές ίδρυμα «Η Ωραία Δικτυωμένη».
.
Έλεγα για την πραγματικότητα και την επιφάνεια πάνω στην οποία ακουμπά. Για τις σκέψεις που μεταφέρουμε στο μπλογκ, που όντως μοιάζει με ημερολόγιο. Δεν μιλάω για τις περιπτώσεις που η μεταφορά των εντυπώσεων, αλλά και του έρωτα και του πάθους και της χαράς και της λύπης, γίνεται σ’ ένα βιβλίο, σε μια ταινία, σ’ ένα έργο τέχνης. Δεν μιλάω για λογοτέχνες και καλλιτέχνες. Μιλάω μόνο για τους μπλόγκερς. Μερικοί ιστολόγοι, μένοντας σ’ αυτήν την επιφάνεια, παρατηρώντας την και συμφωνώντας ή διαφωνώντας με την επ’ αυτής πραγματικότητα, αντιδρούν ανάλογα. Αυτοί που συμφωνούν με την πραγματικότητα, δηλαδή με το ότι καλώς έχει η πραγματικότητα, διότι η ίδια η πραγματικότητα δεν είναι κάτι που μπορείς, εκ πρώτης όψεως, να συμφωνήσεις ή να διαφωνήσεις, δεν σου δίνει την επιλογή να την δεχτείς ή να την απορρίψεις, είναι αυτή που είναι, υπάρχει ως παρελθόν και παρόν, υπάρχει ως σύνολο γνώσης, ως Ζωή και ως Αλήθεια, ως αλήθεια της ζωής, αυτοί, λοιπόν, που θεωρούν ότι η πραγματικότητα, η ζωή, η κοινωνία, ο κόσμος, καλώς έχουν, είναι οι λιγότεροι και δεν θα μας απασχολήσουν. Άλλωστε φαίνονται οι πιο ανιαροί και χαζοβιόληδες της μπλογκοχώρας. Οι περισσότεροι, όμως, δεν συμφωνούν. Θέλουν, εύχονται ή αγωνίζονται να την αλλάξουν.
Παρατηρώντας την επιφάνεια και ένα μέρος από τα επ’ αυτής διαλαμβανόμενα, ο PREZA TV π.χ. ουρλιάζει και σ’ όποιον αρέσει. Τουλάχιστον ουρλιάζει. Αντιδρά με ένα άμεσο και ενστικτώδες αντανακλαστικό. Ουρλιάζει αλήθειες και βρίζει αληθινά. Καλά κάνει και ξυπνάει όσους κοιμήθηκαν. Είναι ένα ακραίο παράδειγμα. Οι περισσότεροι απ’ όσους αντιδρούν άμεσα, προτιμούν ένα πιο ήσυχο λόγο, δεν ουρλιάζουν (βρίζοντας ξένους φαντάρους), αλλά αφήνουν τα επιχειρήματά τους να μιλήσουν ή και να ουρλιάξουν. Αυτοί, επίσης κατά μέτωπον επιτιθέμενοι στα κακώς έχοντα της πραγματικότητας, αποτελούν μια μεγάλη μερίδα μπλόγκερς και ορισμένοι αναφέρθηκαν στο προηγούμενο κείμενο.
Μια ιδιαίτερη κατηγορία εκφράζεται π.χ. από τον Νίκο τον Μελισσά. Απογοητευμένος, ως φαίνεται, κι αυτός από τον πολιτικό λόγο, αποφεύγει την άμεση πολιτικολογία, κάτι που με κάνει να αισθάνομαι συχνά πολύ κοντά του, συγγενής του, αλλά αυτός, σε αντίθεση με μένα και λόγω της καθημερινής επαφής του με την φύση, έχει κερδίσει μια ηρεμία και επιλέγει να μεταφέρει από την επιφάνεια της πραγματικότητας στο μπλογκ του την γαλήνια σοφία της φύσης, των απλών πραγμάτων και των απλών ανθρώπινων σκέψεων.
Η Γητεύτρια έχει ένα μάτι που αλληθωρίζει πότε-πότε, στραμμένο προς την άμεση αντίδραση, αλλά το καλό της μάτι είναι το άλλο. Αυτό που με θαυμαστό τρόπο μας μεταφέρει την επί της επιφανείας πραγματικότητα της τέχνης. Βλέπει τα πάντα, μας μεταφέρει τα πάντα και τα κεντάει όμορφα. Μου έρχεται αυθόρμητα η λέξη «ποιότητα», αλλά δεν θέλω να μπλέξω κι άλλους όρους. Μ’ ευχαριστεί αυτό που είναι κι αυτό που κάνει. (Και την ευχαριστώ γι’ αυτό.) Κάπου διακρίνεις μια κούραση, από παλιότερες «άμεσες αντιδράσεις», μια αδιόρατη απογοήτευση από την πραγματικότητα (που μερικές φορές γίνεται πιο ορατή) και που, πιθανώς, να είναι η αιτία της πανέμορφης εμμονής της με την επιφάνεια που καλύπτεται από τέχνη. Είναι σα να σου λέει. Ξεκόλλα. Όσο υπάρχει τραγούδι, όσο υπάρχει μουσική, υπάρχουμε. Και σαν τη Γητεύτρια υπάρχουν αρκετές όμορφες παρουσίες, αλλά τα παραδείγματα είναι από τα μπλογκ που παρακολουθώ περισσότερο χρόνο. Στην κατηγορία αυτή ανήκει και το Ελαφίνι. Υπέροχες μουσικές, υπέροχες εικόνες, διαλέγει κι αυτή τα υπέροχα της τέχνης της πραγματικότητας, με μία τάση να απομακρύνεται συχνά από την επιφάνεια σα να θέλει να πιάσει τα σύννεφα. Κι εδώ, θα ξαναπώ, ένα παράδειγμα αναφέρω, χωρίς άλλη αξιολόγηση (μην μπερδευτούμε, γιατί πήρε το μάτι μου κάτι Όσκαρ σκάρτα να κυκλοφορούνε). Άλλωστε τα μπλογκ που δεν έχω δει είναι πολύ περισσότερα απ’ αυτά που είδα. Κι απ’ αυτά που γνωρίζω και θαυμάζω, δεν ασχολούμαι με τα κάπως ειδικότερου περιεχομένου, όπως τα βιβλιοφιλικά για παράδειγμα, όπου πολλοί διαπρέπουν.
Ο Πετεφρής. Μιλούσαμε για την επιφάνεια και τα επ’ αυτής συμβαίνοντα. Ο Πετεφρής έχει κάτσει πάνω σ’ αυτήν την επιφάνεια με όλο το τεράστιο βάρος του. Αυτό το βάρος δημιούργησε σχισμές στην επιφάνεια. Τις είδε αυτές τις σχισμές και τρόμαξε. Και με όλο τον τεράστιο όγκο του προσπαθεί να τις καλύψει. Και λέει διάφορα, τα λέει ωραία και παραμυθιαστά, κάνοντας ότι δεν είδε τι ψιλοφάνηκε κάτω από το χαλί, όπου συμβαίνει ό,τι συμβαίνει, προσπαθώντας να αποσπάσει την προσοχή την δική του και την δική μας. Διότι ξέρει ή μάλλον υποψιάζεται ότι η πραγματικότητα δεν εξαντλείται πάνω από την επιφάνεια. Διότι φοβάται ότι η άλλη, η κάτω από την επιφάνεια πραγματικότητα είναι επικίνδυνη, ολισθηρή, μαύρη και ίσως πιο πραγματική. Ακίνητος, λες, από το βάρος αυτών των ενοχών, γιατί είδε κάτι που δεν έπρεπε ή δεν ήθελε να δει, δεν την ψάχνει, ψάχνει τις λέξεις, παίζει με την γλώσσα. Πλέκει με τη γλώσσα γνώσεις στις λέξεις και μας χαρίζει αραβουργήματα ελληνικής λαλιάς. Ας είναι καλά ο άνθρωπος. Αν διάβαζε το κείμενο, ευτυχώς δεν επισκέπτεται το μπλογκ μου, θα διέψευδε με τον κομψό του λόγο όλα τα προαναφερόμενα. Σα να τον ακούω: «Κροππέριε, φταίει το πετρέλαιο που πίνεις αντί για ρακί και δεν ξέρεις τι συλλογιέσαι. Το μόνο βάρος μου προέρχεται από τα λίγα περιττά κιλά μου κι αυτό το τρικ της επιφάνειας που διαχωρίζει τις δύο πραγματικότητες είναι η πλάνη σου. Τι σχισμές τσαμπουνάς και τι είδα. Μόνο οράματα δεν μου έχουν πει ακόμη ότι βλέπω …»
Ο φίλτατος του Πετεφρή, ο Γούφας ή Χαμουραμπί, είναι το άτακτο και περίεργο παιδί, που βλέποντας να ανοίγονται σχισμές, κοψίματα και τρυπούλες στο χαλί, όλο πάει και κοιτάει μέσα σ’ αυτές τις σχισμές και τις τρυπούλες. Τις σκαλίζει λίγο με τα γαμψά του μάτια, ερωτοτροπεί με τις σκοτεινές ομίχλες, μεταφέρει λίγη μαύρη σκόνη στο μπλογκ του και αρκείται σ’ αυτό. Και γελάει πονηρούτσικα. Αρνούμενος την ύπαρξη της τέχνης στην πάνω από την επιφάνεια πραγματικότητα, είναι έτοιμος να την αναποδογυρίσει, αλλά όχι πλήρως. Ραντίζει τα γραπτά του με τους απόηχους των σιωπών. Σήμερα κιόλας γράφει: «Δικαιούσαι να έχεις τις απόψεις σου. Εαν μάλιστα φροντίζεις ουδέποτε να τις εκφέρεις, δικαιούσαι να τις χρησιμοποιείς και ως θεμέλιον του σύμπαντος κόσμου. Εφόσον τις κοινολογήσεις τις αμφισβητείς… Ως προσεγγίσας την εξωτικήν Εσπερίαν του άφρονος βίου μου δικαιούμαι, λέγω, να διακοσμήσω τον νοητόν επιτάφιόν μου με τας απόψεις μου. Καθόσον ουδέποτε πεθαμένος τις ηδυνήθη να αμφισβητήσει τας εαυτού απόψεις και κοσμοθεώρησιν …»
Μια ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι το παράδειγμα του συντοπίτη μου του Numb. Μεταξύ Πετεφρή και Γούφα, στο λυκόφως των στιγμών, δεν είδε πότε ακριβώς ανοίχτηκαν οι τρύπες στο χαλί, αλλά τις διαισθάνθηκε και με την διαίσθηση μεταφέρει στην επιφάνεια του μπλογκ του τα μετέωρα της σκέψης του.
Κοντά (κι άλλο τόσο απόμακρα) στον φίλο και «μούσο» μου Γούφα, βρίσκεται η φίλτατη Abttha. Επιμένει να σκαλίζει μέσα στις σχισμές, να μεγαλώνει και να βαθαίνει τα ρήγματα στην επιφάνεια που κρατά την πραγματικότητα πάνω της, να θολώνει και να ξεθολώνει με συνεχή ζουμ την ματιά της και να μεταφέρει στο μπλογκ της (και στα σχόλιά της) ανάμικτες θεωρήσεις της άνω-κάτω πραγματικότητας. Σήμερα κιόλας γράφει:
«καλά, έ, δεν παιζόμαστε! σύνθετη λέξη. τις ξεχώριζε και ο σεραφειμάκος από μικρός. Οι απλές, π.χ. 'καλός'. οι σύνθετες. π.χ. 'καλόπαιδο'. Αρχίζει τώρα και μου ξυνίζει το πράγμα: ποια απλή ρε βούρλο;ε; ποια απλή; 'καλός' και είναι απλή; -θόδωρε αν διαβάζεις παράτα μας με τη γλωσσολογία σου:)- πιο σύνθετη λέξη απ αυτήν έχετε δει; και άμα μάλιστα τη βράσεις και με λίγα έτυμα, λίγο την ανακατέψεις και της χώσεις και κανα φωνήεν διαφορετικό, άντε, μην το ξεφτυλίσουμε το πράμα και αλλάξουμε και τον τόνο γιατί καήκαμε πάντως, το μυαλό μου και η λέξη καλός έχουν μεγάλο πρόβλημα. εξαιρετικά σύνθετο.
αλήθεια.
άλλη κι αυτή.
πόσες σύνθετες για να βρεις τη γύμνια του να μην ξεχνάς; να είναι ντυμένος ή γυμνός ο βασιλιάς'συνείδηση', και να μην υπάρχει κανένα πιτσιρίκι μέσα σου που να φωνάζει -μέσα σου εννοείται- 'πατέλα, ο βασιλιάς είναι γυμνός!' -'σκάσε κολλητήρι, δεν έχω λεφτά για ψυχίατρο' (εσωτερικός διάλογος του καραγκιόζη που κρύβουμε μέσα μας)
αλήθεια.
ελευθερία.
εδώ είμαστε.
χρόνια πολλά στα ίχνη ελευθερίας σήμερα. γιορτάζει.
ελευθερία, κάποιο λόγο μπορεί να έχω να σε λέω έτσι, χρόνια πολλά και καλα!
ελευθερία.
ω, τι λέξη μπαμπά!
χουρίγια
σου λέει ο άλλος, με το τουρμπάνι.
χώρια, του λες εσύ.
ε, χουρίγια, επαναλαμβάνει αυτός.
όχι, ελευθερία, του λες εσύ και κάνεις ότι κανείς δεν καταλαβαίνει.
μόνος μόνω τω θεώ, λέει ο άλλος, και την κοπανάει από τα εγκώσμια.
μόνος, περπατάω μόνος, λέει ο άλλος και σιγοτραγουδάει και μ'αρέσει και μένα που δε μ'αρέσει η μοναξιά έχω κι άλλους συνειρμούς. φυλαγμένους στο σακουλάκι με τα φωνήεντα.
μόνος, ώι ώι μάνα μου (ελύτης)
να μπούμε ξανά μέσα, να μην έχουμε γεννηθεί.
να μη φοβόμαστε το θάνατο.
να έχουμε α-κυρωθεί, μα την α-λήθεια.
ποια ελευθερία, μου λες; ε; ποια; πώς;
και κάτι φιλόσοφοι να δεις, κάτι τέτοια λέγανε.
λέγανε και κλαίγανε. εκεί, τότε που γεννήθηκα κι εγώ, πριν διακόσια χρόνια μαθές. αλήθεια, ελευθερία.
μπουσουλάω μόνη μου εδώ και κάποιους αιώνες. πηγαίνω στο νηπιαγωγείο και με μαθαίνουν λέξεις, λέξεις, λέξεις...
η ζωή μου είναι ένας εφιάλτης ανάμεσα σε αλεξικεύραυνα που τους κατεβάζουν όλους δίπλα μου, μπροστά μου, πίσω μου, κι αλιά από μένα αν δε βρω το σωστό μονοπάτι της φυλακής μου!
η μάχη με το φως έχει παντού ηλεκτροφόρα καλώδια που σε ενώνουν με το σύμπαν το σκοτεινό. ακουμπάς, καις και φωτίζεσαι. και μετά μένει μέσα σου ένα κομμάτι κάρβουνο από τη στιγμιαία φλόγα που ήσουν. κουβαλάς κάρβουνα και γραμμμές.
η αλήθεια είναι το στερητικό, ή το ίχνος; η γύμνια ή το ντύσιμο;
κι η ελευθερία;
πού είσαι ελευθερία;
αυτοί που δεν τους αρέσουν οι σύνθετες λέξεις και λένε ΤΑ ψέμματα, αυτοί την ελευθερία την ντύσανε μ'ένα ζουμ μπροστά.
ζουμχουρίγια λένε, δημοκρατία.
και ζουμ
σημαίνει μαζί.
ναι, ναι
να δεις πώς το λένε αυτό... κάτι σαν το 'νίψονανομήματαμήμόνανόψιν'
ανάμεσα στις γλώσσες μας. ανάμεσα στους ανθρώπους. κάπου ανάμεσα περνάω κι εγώ. ευτυχώς, δεν ακουμπώ κανέναν. με τις αρλούμπες που λέω, σιγά! φαντάσου και να τα έλεγα φωναχτά! και δε με λένε ελένη. και δεν ξέρω αλήθεια
τίποτα.
ελευθερία, χρόνια πολλά!
ζουμχουρίγια είναι η δημοκρατία στα αραβικά
χουρίγια είναι η ελευθερία στα αραβικά
χακίκα μπορεί να είναι η αλήθεια.
εγώ μια χαμένη είμαι.
πολύ καλημέρα σας. έχω μπερδευτεί. το βλέπετε».
Μέσα από συνταρακτικά κείμενα, μέσα από ένα αλφαβητάρι κι από λέξεις, τραβηγμένες από «κάτω», από βαθιά, αλλά στρωμένες «πάνω», στην επιφάνεια, το μπλογκ της είναι ένας ιδεατός ανελκυστήρας. Πάνω – κάτω, πάνω και κάτω, συνέχεια. Το δάχτυλό της, σαν μια περίεργη γάτα του Σρέντιγκερ, πιέζει όλα τα πιθανά κουμπιά, βρίσκεται σε όλες τις πιθανές θέσεις. Της αρέσει να καταδύεται, αλλά οι δεσμεύσεις της λογικής σκέψης της, ωσάν ένα σωσίβιο, την αναδύουν. Αν ο «περίπατος» διαχειριζόταν από ένα πιο ταλαντούχο άτομο, στης Abttha το μπλογκ θα έμοιαζε. Αυτήν νιώθει κοντά του, δίπλα του, μέσα του ο πτωχός διαχειριστής, που παραμένει ένας θυρωρός, ένας χειριστής ανελκυστήρα.
~.~.~.~.~
Τι άλλο μένει; Μένει να πω, ότι όλ’ αυτά είναι αποκύημα της φαντασίας μου. Τίποτα δεν είναι πραγματικό, τίποτε δεν είν’ αληθινό, εκτός από τα ονόματα, δηλαδή τα ψευδώνυμα που καταχράστηκα. Μένει να πω, ότι η κατάδυση στα βάθη που βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια, η ανάδευση της ύλης και του βόρβορου, η ανάμιξη της ιλύως και του χάους, το χαοτικό ιλυόλουτρο ενός εξόριστου υπηκόου κι ενός αιχμάλωτου βασιλιά στις θέρμες του Hotel de Cluny, όλ’ αυτά κι άλλα ακόμη, ακόμη αγνώριστα κι ανείπωτα και μη λεχθέντα, είναι έργο του διαχειριστή της «Θείας Κωμωδίας». Αυτός ο σαλεμένος διαχειριστής και όχι ετούτος ο πτωχός, ετοιμάζεται για την μεγάλη βουτιά. Μόνος ή με συντροφιά τα ονόματα που δανείζεται/χρησιμοποιεί/κατέχει. Μιλώντας μόνος. Μόνος ή με συνοδοιπόρους. Γι’ αυτό, μη σας προβληματίζει που δεν καταλάβατε. Σε μένα μιλούσα. Μια Βεατρίκη αχνοφαίνεται. Μοιάζει λίγο ή πολύ έμπειρη σ’ αυτές τις βουτιές και ίσως ή Surrealistική ματιά της να φωτίσει εκεί που φως δεν έχει. Θα δείξει …
~.~.~.~.~
Τώρα, γιατί τα δύο αυτά κείμενα δεν έγιναν δύο ξεχωριστά ποστ, δεν ξέρω να σας απαντήσω. Ίσως, φοβόταν το καθένα μόνο του. Πάντως, όποιος είχε την υπομονή να τα διαβάσει, πέρασε τις εξετάσεις. Μπορεί τώρα να επισκεφθεί την «Θεία Κωμωδία», όπου μόλις τώρα αρχίζουν τα παράξενα.
Παράξενη όψη η άλλη όψη, το πρόσωπο αυτού του άγνωστου όντος… Ραγισμένο στην ευθυμία του, απρόσιτο από τη σιγουριά του, κρύβοντας μια απελπισμένη κραυγή, προστατευμένος από τη σιωπή, δυναμωμένο από την αναμέτρηση με την όψη του…
Στον ιστό των σκιών των όμορφων σπιτιών, στην απρόβλεπτη έκρηξη των σκιών του…
Ο άλλος εαυτός με ένα μυαλό, οικείο, στο δρόμο που μόλις «τότε» πήρε, στο δρόμο της γνώριμης συγκίνησης…
Λαχτάρα παρά μόνο για τον ίδιο ακριβώς εαυτό… στοργή…
Εύθραυστο και αφοπλιστικό το πνεύμα, καθισμένο στον ίδιο τόπο… σε ένα παγκάκι, ακριβώς όμοια, δίνοντας την ψευδαίσθηση πως θα αφανιστεί στην άπιαστη «χαμένη αθωότητα» που αφοπλίστηκα, αδιάκοπα πηγαινοέρχεται για να υπενθυμίζει «το διπλό εγώ»
Αυτός περιτυλίγει …
Αυτός ενώνει… συνοδεύει ξεχωρίζει, στο δρόμο της πραγματικότητας , που μοιάζει δρόμος ονείρου,
Αυτός και το εγώ… διασχίζουν τα ανεπίδοτα, στην παράξενη αυταπάτη ότι ο δρόμος στενεύει, τα σπίτια γίνονται ζωγραφιές… το τρομαγμένο μυαλό στείρα σκιά της τρυφερότητας που δεν τη νίκησε…
Αυτός τρυφερός και το εγώ ακουμπισμένο πάνω του να επιθυμεί την αποτύπωση του… στην τρομαγμένη κάμαρα της αιτιολογικής σπουδαιότητας μιας αφορισμένης φαντασίωσης…
Έννοιες και νοήματα αυτοανακαλύπτονται στην διαδρομή ενόρμησης
Έννοιες και νοήματα σε σύνθεση
σε διαχωρισμό με συναίσθηση
Έννοιες και νοήματα στην παραπραξία τους χωρίς την ασυνειδησία…
Η σκοτεινή η όψη το φως της όψη της δε σκοτεινιάζει…
«Την ύπαρξή σου έλαβες ως μέρος ενός συνόλου. Θα εξαφανιστείς αργότερα μέσα σε κείνο που σε γέννησε ή μάλλον θα μεταβληθείς και θα αναληφθείς στο λόγο που σε δημιούργησε» (αποσπ. ΤΑ ΕΣ ΕΑΥΤΟΝ)
Αγόρασα επιτέλους το βιβλίο.
Απο μετα - μεθαύριο θα αρχίσω το διάβασμα. Δεν βρήκα όμως τη σωστή μετάφραση. Τι λες να ψάξω το σωστό ή ν αρχίσω αυτο που βρήκα;